Συγκεκριμένα, προέκυψε ότι η εγκληματική τους δραστηριότητα, τοποθετείται χρονικά τουλάχιστον από τον Φεβρουάριο του 2025, περίοδος κατά την οποία εντάχθηκαν σε εγκληματική οργάνωση με έδρα στη Βουλγαρία, με σκοπό να διαπράττουν απάτες σε βάρος ηλικιωμένων στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Το πρόσχημα που χρησιμοποιούσαν για να πείσουν τα θύματα ήταν αυτό του τροχαίου ατυχήματος προσώπων του στενού τους οικογενειακού περιβάλλοντος, προβάλλοντας την ανάγκη άμεσης νοσηλείας και έτσι αποκόμιζαν παράνομο οικονομικό όφελος.
Ως προς τον τρόπο δράσης, προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι λειτουργούσαν ως «εισπράκτορες» της εγκληματικής οργάνωσης. Για να πετύχουν τον σκοπό τους, επισκέπτονταν και διέμεναν σε ξενοδοχεία στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, όπου, αφού λάμβαναν εντολές από τα ηγετικά μέλη, παραλάμβαναν τα χρήματα, τα οποία στη συνέχεια μετέφεραν στη Βουλγαρία.
Από την έρευνα πιστοποιήθηκε η εμπλοκή τους σε 12 περιπτώσεις απάτης (11 τετελεσμένες και μία απόπειρα), που έλαβαν χώρα στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, κατά τις οποίες τα μέλη της οργάνωσης κατάφεραν να αποσπάσουν χρηματικά ποσά, κοσμήματα και χρυσές λίρες, συνολικής αξίας τουλάχιστον 70.290 ευρώ.
Η εγκληματική οργάνωση, που απαριθμεί τουλάχιστον 6 μέλη, αρχικά είχε επιδιώξει να αποσπάσει ποσό που υπερβαίνει τις 313.000 ευρώ. Μάλιστα, τέσσερις από τις περιπτώσεις απάτης δεν είχαν καταγγελθεί και προέκυψαν στο πλαίσιο της έρευνας του Τμήματος Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων.