Η σχεδόν σταθερή τάση βελτίωσης των τιμών και η συνεχής διολίσθηση των αποδόσεων στα ελληνικά ομόλογα, ενισχύεται από την διεθνή συγκυρία διαμορφώνοντας ένα περαιτέρω θετικό πεδίο προσδοκιών για τον Σεπτέμβριο.
Οι πρόσφατες ανακοινώσεις Ντράγκι που αφορούν στην ετοιμότητα της ΕΚΤ να συνεχίσει τις παρεμβάσεις της τόσο στο επίπεδο των επιτοκίων όσο και στο ενδεχόμενο ενός νέου QE, λειτουργούν υποστηρικτικά στο περιβάλλον προσδοκιών για τα ελληνικά ομόλογα τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.
Το ελληνικό δημόσιο μετά την επιτυχή έκδοση του επταετούς ομολόγου θα
επανέλθει, εκτός απροόπτου στα τέλη Σεπτέμβρη με κάποιες κινήσεις οι
οποίες δεν θα έχουν στόχο την συσσώρευση ρευστότητας στο δημόσιο την
οποία έτσι κι αλλιώς δεν χρειάζεται το ΥΠΟΙΚ, αλλά την αναπροσαρμογή του
ύψους των επιτοκίων με τα οποία δανείζεται σε μεσοβραχυχρόνιο ορίζοντα.
Θα είναι πράξεις αναδιάρθρωσης του χρέους, όπως αναφέρεται αρμοδίως έτσι
ώστε από την μία πλευρά να ενισχυθεί η ρευστότητα στην δευτερογενή
αγορά και από την άλλη να βελτιωθεί περαιτέρω το επιτοκιακό προφίλ.
Ο Σεπτέμβριος κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικός χρονικά καθώς τότε θα πρέπει να κατατεθεί το σχέδιο προϋπολογισμού από το οποίο θα κριθεί η αξιοπιστία των προσδοκιών που αφορούν αφ’ ενός την κανονική και χωρίς παρεκκλίσεις εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2019 και αφ’ εταίρου θα αποτυπωθούν οι στόχοι και τα εκτιμώμενα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής όσον αφορά την συμβατότητά τους με τους στόχους της Συμφωνίας του Ιουνίου του 2018.
Συγκεκριμένα οι κινήσεις του ΟΔΔΗΧ μετά την έκδοση του 7ετούς ομολόγου θα στοχεύσουν στην περαιτέρω βελτίωση της διάρθρωσης του χρέους σε δύο βασικά επίπεδα:
– Θα επιχειρηθεί να αντικατασταθεί μέρος του βραχυπρόθεσμου χρέους, ήτοι των εντόκων γραμματίων, που λήγουν μέσα στο 2019 (δεύτερο εξάμηνο) με μεγαλύτερης διάρκειας ομόλογα, σε τρόπο που να ενισχυθεί η ρευστότητα της εγχώριας δευτερογενούς αγοράς, η οποία λόγω της αναδιάρθρωσης του χρέους έχει συρρικνωθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Τα προς στιγμήν “διαπραγματεύσιμα” ομόλογα στην δευτερογενή αγορά δεν ξεπερνούν τα 30 περίπου δισ. ευρώ. Οι προσδοκίες είναι αυτά να αυξηθούν σταδιακά ώστε να ικανοποιηθεί έστω μικρό μέρος της ζήτησης που εμφανίσθηκε στην έκδοση του επταετούς ομολόγου. Η αύξηση αυτή θα προέλθει από την σταδιακή αντικατάσταση μέρους των 15 περίπου δισ. ευρώ εντόκων γραμματίων που εκδίδει σε ετήσια βάση το ΥΠΟΙΚ.
– Θα δρομολογηθούν επίσης εκδόσεις οι οποίες θα στοχεύουν στην αντικατάσταση των ειδικής κατηγορίας ομολόγων τα οποία υπάρχουν στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης που έχει προηγηθεί με το PSI και παραμένουν πολύ ακριβότερα από τις νεώτερες εκδόσεις και μπορούν να αντικατασταθούν.
Οι κινήσεις αυτές διαμορφώνουν μεγαλύτερα και ευνοϊκότερα περιθώρια για εκδόσεις ομολογιακών δανείων από τον ιδιωτικό τομέα. Εκδόσεις που ήδη έχουν σχεδιασθεί και πρόκειται να “τρέξουν” μετά τον Σεπτέμβριο, διευκολύνοντας τις κεφαλαιακές τους ανάγκες και την χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων που είχαν ανασταλεί λόγω του υψηλού κόστους δανεισμού αφ’ ενός και της δυσκολίας στην οποία εξακολουθεί να βρίσκεται το τραπεζικό σύστημα.