«Για εμάς, η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης είναι νούμερο ένα προτεραιότητά μας» λέει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η νέα πρόξενος της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη Sybilla Bendig (Σιμπίλα Μπέντιγκ), με αφορμή τις προετοιμασίες που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη για την παρουσία της χώρας της ως τιμώμενης στη διοργάνωση, τον Σεπτέμβριο του 2020. Σημειώνει, μάλιστα, πως το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, την προσεχή άνοιξη, είναι αφιερωμένη στη γερμανόφωνη λογοτεχνία καθιστά το 2020 τη χρονιά της Γερμανίας στην Ελλάδα.
«Είμαστε πολύ απασχολημένοι ήδη με την προετοιμασία της ΔΕΘ καθώς είναι πολύ μεγάλη υπόθεση. Έχουμε έναν τεράστιο χώρο που πρέπει να γεμίσουμε με γερμανικές δραστηριότητες κι επίσης θα πρέπει να κάνουμε κάτι στην κεντρική σκηνή. Είμαστε πολύ απασχολημένοι επίσης καθώς θα πρέπει να καταστήσουμε γνωστή τη ΔΕΘ στη Γερμανία. Οι γερμανικές επιχειρήσεις πρέπει να ξέρουν πόσο σημαντική είναι η έκθεση αυτή κι αυτό απαιτεί χρόνο,·αλλά έχουμε χρόνο», τονίζει.
Οι διεργασίες είναι ήδη πυρετώδεις για την παρουσία της Γερμανίας στην 85η ΔΕΘ προκειμένου να υπάρξει η μέγιστη δυνατή ανταπόκριση στις υψηλές προσδοκίες που έχουν καλλιεργηθεί από τη συμμετοχή μιας χώρας με την ισχυρότερη οικονομία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ποια, όμως, είναι η ανταπόκριση από τις γερμανικές εταιρείες; «Με τις εταιρείες είμαστε αισιόδοξοι γιατί κάνουμε μεγάλη (διαφημιστική) προώθηση. Κι όποιον συναντώ τον ρωτάω: ξέρεις για τη ΔΕΘ; Και όλοι ενδιαφέρονται» απαντά η Γερμανίδα πρόξενος.
Σε ό,τι αφορά την πολιτική εκπροσώπηση, διευκρινίζει πως «καθώς η Γερμανία θα ασκήσει την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο δεύτερο ήμισυ του 2020 δεν είμαστε από τώρα σε θέση να πούμε μετά βεβαιότητας ποιοι υπουργοί ή υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι θα έρθουν».
Για τη Σιμπίλα Μπέντιγκ, η ΔΕΘ είναι κάτι παραπάνω από μια απλή οικονομική έκθεση. «Είναι μια έκθεση όπου πολλοί άνθρωποι, όχι μόνο από την Ελλάδα αλλά και από όλες τις βαλκανικές χώρες έρχονται στη Θεσσαλονίκη. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία να φέρεις κοντά χώρες και λαούς και όχι μόνο εταιρείες. Αυτή είναι μια μεγάλη ευκαιρία και ανυπομονώ γι αυτό» επισημαίνει.
Προτεραιότητα για τη νέα πρόξενο της Γερμανίας, ωστόσο, δεν είναι
μόνο η ΔΕΘ αλλά και το Μουσείο Ολοκαυτώματος, που πρόκειται να ανεγερθεί
στη Θεσσαλονίκη, με χρηματοδότηση του γερμανικού κράτους και του
Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. «Είναι πολύ σημαντικό (το Μουσείο
Ολοκαυτώματος) για την πόλη της Θεσσαλονίκης κι επίσης για τη Γερμανία
και την Ελλάδα κι εργαζόμαστε πολύ στενά με την Ισραηλιτική Κοινότητα
πάνω στο πρότζεκτ. Τώρα κατ’ ουσίαν ξεκινάει καθώς παρά το γεγονός ότι η
αρχή έγινε δυο χρόνια πριν, έπρεπε να γίνουν πολλά προπαρασκευαστικά
βήματα και να βρεθεί ένα οργανωτικό σώμα που θα κάνει όλη τη δουλειά.
Αυτό το έχουμε πλέον καταφέρει ή μάλλον το έχει καταφέρει η Ισραηλιτική
Κοινότητα. Εμείς χρηματοδοτούμε (το πρότζεκτ) από κοινού με το Ίδρυμα
Σταύρος Νιάρχος και αδημονούμε για την ανέγερση του Μουσείου» τονίζει η
Γερμανίδα πρόξενος.
«Αυτή», σημειώνει, «είναι η άλλη μου προτεραιότητα. Η μία είναι η ΔΕΘ αλλά και το Μουσείο».
Σε πολύ καλό επίπεδο οι διμερείς σχέσεις
Παρ’ ότι μόλις τρεις μήνες στην Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη, η Γερμανίδα πρόξενος έχει ήδη εισπράξει τη θέρμη των Ελλήνων, όπως λέει, και οι πρώτες εντυπώσεις της είναι πολύ θετικές. «Μου αρέσει πολύ που βρίσκομαι εδώ, στην Ελλάδα. Οι πρώτες μου εντυπώσεις είναι πολύ θετικές. Με καλωσόρισαν με μεγάλη θέρμη και άκουσα τόσο πολλά θετικά πράγματα που δεν μπορώ παρά να πω ότι οι σχέσεις Γερμανίας και Ελλάδας είναι σε πολύ καλό επίπεδο» τονίζει, υπογραμμίζοντας πως «το γενικό αίσθημα είναι ότι είμαστε καλοί φίλοι και οι σχέσεις μας είναι παλιές (στον χρόνο) και παραδοσιακά καλές».
Ερωτηθείσα εάν «βλέπει» προοπτικές ανάπτυξης της γερμανικής επενδυτικής παρουσίας, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα που είναι και ο τομέας ευθύνης της, απαντά πως σχεδιάζει ήδη σειρά επισκέψεων στην επαρχία και σε περιοχές γύρω από τη Θεσσαλονίκη για να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι τις δυνατότητες. Όπως λέει, θα ξεκινήσει τις επισκέψεις αυτές από την εταιρεία ISOMAT, ο πρόεδρος και διεθύνων σύμβουλος της οποίας, Στέφανος Τζιρίτης, έχει βραβευτεί για τη δράση του σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη των ελληνογερμανικών σχέσεων.
«Η Θεσσαλονίκη είναι μια πολύ ζωντανή πόλη»
Η Σιμπίλα Μπέντιγκ μάς υποδέχθηκε στο γραφείο της με ένα θερμό καλωσόρισμα στα ελληνικά καθώς μπορεί να μετρά μόνο μερικούς μήνες στην Ελλάδα αλλά έχει ήδη ξεκινήσει μαθήματα ελληνικής γλώσσας. Και μπορεί, όπως λέει, να αδημονεί για περισσότερες μεταφράσεις σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας στα γερμανικά, με αφορμή και το γεγονός ότι η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, την άνοιξη του 2020, είναι αφιερωμένη στη γερμανόφωνη λογοτεχνία, ωστόσο απολαμβάνει την επικοινωνία στην ελληνική γλώσσα.
«Έχω μάθει λίγα ελληνικά και πρέπει να πω πως παρά το γεγονός ότι οι λέξεις είναι διαφορετικές, η δομή της γλώσσας είναι ίδια. Είμαστε μέλη της ίδιας οικογένειας γλωσσών. Δεν είμαι πολύ καλός γνώστης της ελληνικής λογοτεχνίας ακόμα αλλά νομίζω πως μια τέτοια Έκθεση Βιβλίου θα προωθήσει το ελληνικό ενδιαφέρον στη γερμανική λογοτεχνία και αντίστροφα» λέει χαρακτηριστικά η κ. Μπέντιγκ.
Η Γερμανίδα πρόξενος απολαμβάνει τη ζωή στη Θεσσαλονίκη, μια «πολύ ζωντανή πόλη», όπως λέει. «Δεν ένιωσα ατμόσφαιρα κρίσης εδώ. Όλες οι συζητήσεις που είχα στο μικρό αυτό διάστημα που είμαι εδώ είναι γεμάτες αισιοδοξία κι έχουν προσανατολισμό στο μέλλον» τονίζει και χωρίς κανέναν ενδοιασμό απαντά θετικά στην προοπτική του να καταστεί η πόλη ένας κόμβος -όχι μόνο οικονομικός και ενεργειακός, αλλά και πολιτιστικός κ.ά- για όλα τα Βαλκάνια.
Η ίδια απολαμβάνει τη «φιλική στάση των ανθρώπων, το γέλιο» και δηλώνει πως θέλει, στη διάρκεια της θητείας της, να βάλει το δικό της λιθαράκι στο να «σβήσουν» τυχόν παρανοήσεις του παρελθόντος και στερεότυπα εκατέρωθεν -ιδίως από την περίοδο της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα. Μπορεί, δε, να αγαπά τη ζωή στη Θεσσαλονίκη αλλά δηλώνει και λάτρης της Χαλκιδικής, τις ομορφιές της οποίας ανακαλύπτει σιγά σιγά, ενώ σύντομα ετοιμάζεται να γνωρίσει κι άλλα μέρη της Ελλάδας.