Την άποψη ότι το λιανεμπόριο θα πρέπει να ανοίξει στο πρότυπο των κομμωτηρίων, δηλαδή να λειτουργεί με ραντεβού, εξέφρασε ο καθηγητής Πνευμονολογίας, Θεόδωρος Βασιλακόπουλος, τονίζοντας, μάλιστα, ότι τα μέτρα ενάντια στη διασπορά του κορωνοϊού αποδίδουν λιγότερο από ό,τι θα ήθελαν οι επιστήμονες.
«Υπάρχει μία πτωτική τάση της επιδημίας σε ορισμένες περιοχές της χώρας. Φαίνεται να αποδίδουν τα μέτρα. Ακόμα όμως και σε αυτές τις περιοχές τα μέτρα αποδίδουν λιγότερο από ό,τι είχαμε προβλέψει ή θα θέλαμε. Το μεγάλο πρόβλημα εντοπίζεται στη Βόρεια Ελλάδα όπου ο ρυθμός βελτίωσης είναι πολύ μικρότερος από ό,τι θα θέλαμε», δήλωσε ο κ. Βασιλακόπουλος.
Σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στα νοσοκομεία, ο κ. Βασιλακόπουλος τόνισε ότι ακόμα δεν έχουμε δει στις εισαγωγές την επίδραση των μέτρων. «Αυτό που είναι πραγματικά στο όριό του είναι οι ΜΕΘ. Δεν ήταν δυνατό η Ελλάδα μέσα σε 6 ή 8 μήνες να αποκτήσει όσες κλίνες εντατικής θεραπείας δεν είχε αποκτήσει τα προηγούμενα 40 χρόνια, διότι ακόμα και αν είχε τα χρήματα να το κάνει αυτό, και το έκανε οργανωμένα, δεν είχε τους ανθρώπους να τις λειτουργήσουν. Για να έχει σωστή αντιμετώπιση των ασθενών μία εντατική θεραπεία χρειάζεται εξειδικευμένους γιατρούς και αυτό χρειάζεται τουλάχιστον 2 χρόνια, και εξειδικευμένους νοσηλευτές. Δεν γίνεται από τη μία μέρα στην άλλη να πενταπλασιάσουμε τις κλίνες θεραπείας. Αυτό που βλέπετε τώρα, η τόσο μεγάλη αύξηση έχει γίνει και με ΜΕΘ κλίνες και με επιστράτευση κλινών που θα ήταν αλλιώς μονάδες αυξημένες φροντίδας, και είναι το σύστημα στα όριά του», συνέχισε ο κ. Βασιλακόπουλος ενώ τόνισε ότι «από το 2012 μέχρι το 2019 δεν προστέθηκε στην Ελλάδα σχεδόν καμία κλίνη ΜΕΘ».
Σχετικά με το άνοιγμα της οικονομίας και των σχολείων, ο καθηγητής ανέφερε: «Το λιανεμπόριο μπορεί να ανοίξει αρκετά γρήγορα και να λειτουργήσει με την ίδια λογική που λειτουργούν τα κομμωτήρια, με ραντεβού… Τα σχολεία μπορούν να ανοίξουν γρήγορα και ο λόγος είναι ότι ούτε μεγάλη πηγή μετάδοσης ήταν και η υψηλή μεταδοτικότητα και τα κρούσματα που υπήρχαν στους μαθητές του λυκείου δεν οφειλόταν τόσο στις ενδοσχολικές τους δραστηριότητες όσο στο ότι όντας έφηβοι πήγαιναν στις καφετέριες, στα μπαρ και εκεί που είναι υψηλός ο κίνδυνος μετάδοσης. Αν αυτά μείνουν κλειστά, τότε δεν θα υπάρχει υψηλός κίνδυνος μετάδοσης ούτε για τα γυμνάσια και τα λύκεια. Και νομίζω ότι πρέπει να ανοίξουμε μόνο τις ασφαλείς δραστηριότητες».
«Δεν μπορώ να κατανοήσω με ποιον τρόπο μπορούν να ανοίξουν τα μπαρ», είπε σημειώνοντας ότι εκεί η μουσική είναι δυνατή, καθώς για να ακουστούν όσοι μιλούν πρέπει να φωνάζουν, με αποτέλεσμα να βγάζουν αερόλυμα.