Unesco – Ποια είναι και ποιος ο ρόλος της

Ιδρύθηκε στις 16 Νοεμβρίου του 1945, ώρα 12.00.

Στόχος του Οργανισμού αυτού είναι η παγίωση της παγκόσμιας ειρήνης μέσα από την επικοινωνία των λαών δια της εκπαίδευσης, των φυσικών και κοινωνικών επιστημών και του πολιτισμού. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια η UNESCO αποτελεί ένα διεθνές κέντρο επικοινωνίας αλλά και εργαστήριο ιδεών στη δημιουργία προτύπων στη συνομολόγηση διεθνών συνθηκών σε πλείστα αναδυόμενα προβλήματα όπως ηθικής τάξης, καθώς και τον σεβασμό και τις κοινές αξίες κάθε πολιτισμού των λαών. Ο σύγχρονος ρόλος του Οργανισμού αυτού κρίνεται πολύ σημαντικός ιδιαίτερα στην αναζήτηση παγκόσμιων οραμάτων για τον αμοιβαίο σεβασμό και την βιώσιμη ανάπτυξη των λαών που υπαγορεύουν σχετικές συνθήκες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με απώτερο στόχο την εξάλειψη της φτώχειας ή τουλάχιστον τον περιορισμό της

Η UNESCO έχει 193 κράτη-μέλη και 11 συνδεδεμένα μέλη, τα οποία είναι σχεδόν όλα κράτη-μέλη του ΟΗΕ.[2] Στις 12 Οκτωβρίου 2017 οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να αποχωρήσουν από τον οργανισμό στις 31 Δεκεμβρίου 2018 και από τότε έχουν το καθεστώς της χώρας-παρατηρητή.[3] Την ίδια απόφαση πήρε και το κράτος του Ισραήλ και αποχώρησε στις 31 Δεκεμβρίου 2018 κατηγορώντας την UNESCO για υιοθέτηση αντιισραηλινών θέσεων.[4]

Λειτουργεί ως παγκόσμιο κέντρο ανταλλαγής πληροφοριών και διάδοσης προγραμμάτων με τα οποία και υποστηρίζει τα κράτη μέλη στις δικές τους αναγκαίες θεσμοθετήσεις σε κοινούς τομείς δράσης. Τούτο επιτυγχάνεται με τις εθνικές επιτροπές του κάθε κράτους που συνδέονται με τα κεντρικά γραφεία (Γραμματεία) στο Παρίσι. Οι Εθνικές Επιτροπές αποτελούν έτσι, ως περιφερειακά γραφεία, τους συνδέσμους μεταξύ των Χωρών-μελών και του Οργανισμού υποβοηθώντας τον μέσα σε διετή προγράμματα εργασίας.

Οι Εθνικές Επιτροπές, ως εθνικοί φορείς συνεργασίας, απαρτίζονται από διανοούμενους, ακαδημαϊκούς και επιστήμονες που συμβάλουν στην εκπόνηση, εξέλιξη και υλοποίηση των προγραμμάτων του Οργανισμού καθώς και στη διάδοση του έργου του Οργανισμού στις Χώρες τους με διαλέξεις, δημοσιεύσεις, εκθέσεις κ.λ.π, ενώ ταυτόχρονα διαδραματίζουν συμβουλευτικό ρόλο στις Κυβερνήσεις των Χωρών τους επί θεμάτων που ανάγονται στον Οργανισμό. Όλα τα κράτη μέλη και τα συνδεδεμένα μέλη έχουν δημιουργήσει Εθνικές Επιτροπές UNESCO και πολλά από αυτά διαθέτουν μόνιμες αντιπροσωπείες με επικεφαλής πρεσβευτή.[2]

Η Ελλάδα ως ιδρυτικό μέλος της UNESCO διαθέτει Μόνιμη Εθνική Αντιπροσωπεία από το 1946.[5] Με τον νόμο 1971/1991 (ΦΕΚ Α΄ 173 στις 20 Νοεμβρίου 1991) για την «Κύρωση του Καταστατικού Χάρτη των Εθνικών Επιτροπών για την UNESCO και περί συστάσεως της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής για την UNESCO» συστάθηκε και η Ελληνική Εθνική Επιτροπή για την UNESCO, η οποία είναι Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, εποπτευόμενο από το Υπουργείο Εξωτερικών.[6]

Ο χαρακτηρισμός-τίτλος Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ,απονέμεται σε μνημεία, κτίσματα ή τοποθεσίες, τα οποία διακρίνονται παγκοσμίως για την ιστορική, πολιτιστική, καλλιτεχνική ή περιβαλλοντική σημασία τους. Η διαχείρισή τους γίνεται από την επιτροπή παγκόσμιας κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ, η οποία απαρτίζεται από 21 κράτη-εταίρους, εκλεγμένα από τη γενική συνέλευση των κρατών-εταίρων για μια καθορισμένη περίοδο[1].

Το πρόγραμμα στοχεύει στην καταγραφή, την ονοματοδοσία και τη συντήρηση πεδίων ιδιαίτερα μεγάλης σημασίας για την κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις τα καταχωρισμένα πεδία χρηματοδοτούνται από το ταμείο παγκόσμιας κληρονομιάς. Η έναρξη του προγράμματος έγινε με την αποδοχή και υιοθέτηση της Συνθήκης για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς από το Γενικό Συνέδριο της ΟΥΝΕΣΚΟ στις 16 Νοεμβρίου 1972. Από τότε έως σήμερα έχουν αναγνωρίσει τη Συνθήκη 191 Κράτη-Εταίροι.[2]

Σχετικές δημοσιεύσεις