Αυτός είναι ο λόγος που η μαστίχα παράγεται μόνο στη Χίο – Το φυσικό και μυστηριώδες όριο του νησιού

O «λευκός χρυσός» ή το «δάκρυ της Χίου» είναι ένα μοναδικό στον κόσμο προϊόν, το οποίο παράγεται αποκλειστικά στο νησί του Βορειοανατολικού Αιγαίου.

Γιατί, όμως, δεν πέτυχε ποτέ η καλλιέργειά του σε άλλα μέρη της Ελλάδας;
Όταν ακούς τη λέξη «μαστίχα» είναι λογικό πως το πρώτο που σου έρχεται στο μυαλό είναι η «Χίος». Το νησί του Βορειοανατολικού Αιγαίου έχει συνδεθεί άρρηκτα με αυτό το προϊόν, το οποίο αποτελεί μία σημαντική πηγή εσόδων για τους κατοίκους του εδώ και πάρα πολλά χρόνια, ενώ δεν παράγεται πουθενά αλλού, σε κανένα μέρος του κόσμου.

Μάλιστα, είναι τέτοια η ιδιαιτερότητα της μαστίχας, που ακόμη και στη Χίο έχει «αποφασίσει» σχεδόν μόνη της να ευδοκιμεί μόνο στη νότια πλευρά του νησιού και όχι στη βόρεια. Πρόσφατα, σε ένα ταξίδι στο νησί με αφορμή ένα κάλεσμα της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, του περιφερειάρχη Κώστα Μουτζούρη και της συζύγου του Δήμητρας Μουτζούρη, για τις εκδηλώσεις μνήμης των 200 χρόνων από τη σφαγή της Χίου, μάθαμε λίγα περισσότερα για τον «λευκό χρυσό», όπως την αποκαλούν οι Χιώτες.

Η αλήθεια είναι πως μέχρι και εκείνη τη στιγμή δεν είχα δει ποτέ μου πώς μοιάζει ένα μαστιχόδεντρο. Και είναι απόλυτα λογικό, μιας και επισκεπτόμουν τη Χίο για πρώτη φορά. Το μαστιχόδενδρο ή σχίνος (η επιστημονική του ονομασία είναι Pistacia Lentiscus var. Chia) είναι αειθαλής θάμνος, ύψους 2-3 μέτρων που αναπτύσσεται αργά και παίρνει την πλήρη ανάπτυξή του μετά από 40-50 χρόνια φτάνοντας μέχρι και τα 5 μέτρα στα ηλικιωμένα φυτά.

Η διάρκεια ζωής του ξεπερνά τα 100 χρόνια και η παραγωγή της μαστίχας ξεκινά από τον πέμπτο ή έκτο χρόνο φύτευσης του. Η απόδοση του φτάνει στο μέγιστο μετά τον δέκατο πέμπτο χρόνο. Σύμφωνα με την Ένωση Μαστιχοπαραγωγών Χίου, ο σχίνος είναι φυτό ανθεκτικό και έχει ελάχιστες απαιτήσεις, γι’ αυτό ευδοκιμεί σε άγονα, πετρώδη και φτωχά εδάφη.

Η παραγωγή αυτών των «πολύτιμων δακρύων» γίνεται μόνο στο νότιο τμήμα του νησιού όπου το κλίμα είναι θερμό και ξηρό, ενώ κατά τον γλωσσολόγο Hubert Pernot, υπάρχει μια νοητή γραμμή, η οποία χωρίζει το νησί σε δύο τμήματα και ονομάζεται «φυσικό και μυστηριώδες όριο». Κάθε προσπάθεια να επεκταθεί η καλλιέργεια πέρα από αυτό το όριο απέτυχε. Η «μοναδικότητα» αυτή, πιθανόν να οφείλεται, εκτός από τη μακρόχρονη παράδοση και σε κάποια εδαφολογικά και κλιματολογικά στοιχεία τα οποία ευνοούν την καλλιέργεια του μαστιχόδεντρου μόνο στη Χίο και μόνο στο συγκεκριμένο τμήμα της.

Το γεγονός ότι το μαστιχόδενδρο δεν αναπτύσσεται επιτυχώς πουθενά αλλού στην ηπειρωτική ή νησιωτική Ελλάδα, ακόμη και στις γειτονικές ακτές της Ανατολής αποτελεί ένα σπάνιο φαινόμενο. Έχουν αναφερθεί μόνο κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες (Heldreich 1862) να μεταφερθεί η καλλιέργεια του μαστιχόδεντρου στην Αττική και σε άλλα νησιά του Αιγαίου. Κάποια αρχικά αποτελέσματα παρατηρήθηκαν στην Αμοργό και την Αντίπαρο, όμως και σ’ αυτές τις περιοχές οι προσπάθειες στη συνέχεια απέτυχαν και εγκαταλείφθηκαν. Άλλες προσπάθειες που αναφέρονται από τον Pernot (1856) για να μεταφερθεί το μαστιχόδενδρο στη Ρόδο και τη Λέσβο απέτυχαν παρομοίως.

Αν και σχίνους μπορεί να συναντήσει κανείς σε όλη τη Μεσόγειο, μόνο στη νότια Χίο καλλιεργούνται συστηματικά και παράγουν μαστίχα. Εκτός από το μικρόκλιμα της περιοχής, το οποίο είναι ιδανικό για τα συγκεκριμένα δέντρα, ένα δεύτερο μυστικό μπορεί να αποτελεί ο ευγονισμός. Από τα αρχαία χρόνια άλλωστε οι καλλιεργητές των σχίνων της Χίου εντόπιζαν τα δένδρα που απέδιδαν περισσότερη και καλύτερη ρητίνη, τα εκμεταλλεύονταν και τα πολλαπλασίαζαν. Τέλος, η καλή διαχείριση της ήδη από τους αρχαίους Χίους, που συστηματοποίησαν την καλλιέργεια των σχίνων, σίγουρα έχει βοηθήσει ώστε να υπάρχει αυτή η συνέχειά του σήμερα και η μαστίχα να είναι πασίγνωστη σε όλη την υφήλιο.

Σχετικές δημοσιεύσεις