Ο Γελαδάρης με το όμορφο φτέρωμά του εντυπωσιάζει στη λίμνη Κερκίνη

Ένας Γελαδάρης (4-5 ζευγάρια αναπαράχθηκαν στην Κερκίνη) που ακόμη «φοράει» το όμορφο φτέρωμά του!

Ο Γελαδάρης είναι ένα μερικώς μεταναστευτικό πτηνό. Οι συνήθειες μετακίνησης εξαρτώνται από την περιοχή διαβίωσης, τις κλιματολογικές συνθήκες και τη διαθεσιμότητα τροφής. Στις τροπικές και υποτροπικές περιοχές εξάπλωσής του δεν θεωρείται μεταναστευτικό παρόλο που μπορεί να κάνει κάποιες μετακινήσεις, ακόμα και σε σχετικά μεγάλες αποστάσεις, που επηρεάζονται από τις περιόδους των βροχοπτώσεων και από τη διαθεσιμότητα των θηραμάτων του. Όσον αφορά τις βορειότερες περιοχές εξάπλωσής του είναι καθαρά μεταναστευτικό.

Πρόκειται για ένα κοινωνικό πτηνό κατά την διάρκεια όλου του χρόνου. Οι ομάδες που σχηματίζει δεν έχουν πραγματική κοινωνική συνοχή, τα άτομα που τις αποτελούν δεν συνεργάζονται μεταξύ τους σε καμία από τις όψεις της ζωής τους. Πιθανότατα αυτός είναι και ένας από τους λόγους που ο Γελαδάρης χρησιμοποιεί σπάνια τη φωνή του εκτός της αναπαραγωγικής περιόδου, αφού δεν έχει την ανάγκη επικοινωνίας με τα άλλα μέλη της ομάδας. Συνήθως τον βρίσκουμε σε μικρές ομάδες των 10 με 20 ατόμων αλλά μπορούν να σχηματίσουν και μεγαλύτερες που, σε σπάνιες περιπτώσεις, μπορούν να φτάσουν μερικές χιλιάδες (αυτό συμβαίνει κυρίως στην Αφρική και εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα της τροφής).

Ένα άλλο χαρακτηριστικό αυτού του είδους είναι ότι δεν υπερασπίζονται μία περιοχή και δεν αναπτύσσονται διαμάχες μεταξύ των μελών της ομάδας, εκτός από την περίοδο της αναπαραγωγής. Πρόκειται για ημερόβια πτηνά τα οποία όταν νυχτώνει μετακινούνται σε σμήνη στις περιοχές κουρνιάσματος, που μπορεί να βρίσκονται και σε μεγάλη απόσταση, και όπου περνάνε την νύχτα σε ομάδες που συνήθως αριθμούν μερικές εκατοντάδες άτομα.
Η διάρκεια ζωής του μπορεί να φτάσει τα 23 χρόνια.

Ο Γελαδάρης είναι ένα εποχιακά μονογαμικό πτηνό, δηλαδή σε μία αναπαραγωγική περίοδο δημιουργεί σταθερά ζεύγη. Η περίοδος ζευγαρώματος διαφέρει ανάλογα με την περιοχή διαμονής. Οι πληθυσμοί που ζουν σε τροπικές περιοχές αναπαράγονται όλο τον χρόνο με μεγαλύτερη συχνότητα την εποχή των βροχών οπότε υπάρχει μεγαλύτερη διαθεσιμότητα τροφής. Στις εύκρατες περιοχές η αναπαραγωγική περίοδος πάει από την άνοιξη μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού. Αρχικά το αρσενικό επιλέγει μία με δύο περιοχές, που υπερασπίζεται από τα άλλα άτομα του είδους και εκεί προσπαθεί να προσελκύσει τα θηλυκά. Όταν δημιουργηθεί το ζευγάρι, θα επιλέξουν την τοποθεσία που θα χτίσουν την φωλιά τους και εκεί θα ζευγαρώσουν.

Στο χτίσιμο της φωλιάς συμμετέχουν και τα δύο φύλα και για τον σκοπό χρησιμοποιούν χλωρά και ξερά φυτικά υλικά. Οι φωλιές χτίζονται σε αποικίες, συνήθως μαζί με άλλα είδη ερωδιών, σε καλαμιώνες, πάνω σε θάμνους ή δέντρα, σχεδόν πάντα κοντά στο νερό. Μετά το πέρας της κατασκευής το θηλυκό γεννάει 1 με 9 αβγά, συχνότερα 3 με 4, γαλάζιου χρώματος. Η εναπόθεση γίνεται με διαφορά μίας με δύο ημέρες το ένα αβγό από το άλλο αλλά η επώαση δεν ξεκινάει πριν εναποτεθεί και το τελευταίο. Στην επώαση συμμετέχουν και οι δύο γονείς και διαρκεί περίπου 24 ημέρες.

Για όλη τη διάρκεια του μεγαλώματος των νεοσσών και οι δύο γονείς τους προμηθεύουν με τροφή. Σε ηλικία 14 με 21 ημερών οι νεοσσοί μπορούν να βγουν από τη φωλιά και να αναρριχηθούν στην γύρω βλάστηση και στις 45 περίπου μέρες κάνουν τις πρώτες τους μικρές πτήσεις, εξαρτώνται όμως ακόμα από τους γονείς τους για την τροφή. Σε ηλικία 60 περίπου ημερών ακολουθούν τα ενήλικα στους τόπους κυνηγιού και γίνονται ανεξάρτητοι. Η αναπαραγωγική ζωή τους ξεκινάει σε ηλικία δύο ετών.

Σχετικές δημοσιεύσεις